1 Peso de Moabe. Certamente numa noite foi destruída Ar de Moabe, e foi desfeita; certamente numa noite foi destruída Quir de Moabe e foi desfeita.
2 Vai subindo a Bajite, e a Dibom, aos lugares altos, para chorar; por Nebo e por Medeba clamará Moabe; todas as cabeças ficarão calvas, e toda a barba será rapada.
3 Cingiram-se de sacos nas suas ruas; nos seus terraços e nas suas praças todos andam gritando, e choram abundantemente.
4 Assim Hesbom como Eleale, andam gritando; até Jaaz se ouve a sua voz; por isso os armados de Moabe clamam; a sua alma lhes será penosa.
5 O meu coração clama por causa de Moabe; os seus fugitivos foram até Zoar, como uma novilha de três anos; porque vão chorando pela subida de Luíte, porque no caminho de Horonaim levantam um lastimoso pranto.
6 Porque as águas de Ninrim serão pura assolação; porque já secou o feno, acabou a erva, e não há verdura alguma.
7 Por isso a abundância que ajuntaram, e o que guardaram, ao ribeiro dos salgueiros o levarão.
8 Porque o pranto rodeará aos limites de Moabe; até Eglaim chegará o seu clamor, e ainda até Beer-Elim chegará o seu lamento.
9 Porquanto as águas de Dimom estão cheias de sangue, porque ainda acrescentarei mais a Dimom; leões contra aqueles que escaparem de Moabe e contra o restante da terra.
1 Η κατα Μωαβ ορασις. Επειδη η Αρ Μωαβ επορθηθη την νυκτα και ηφανισθη· επειδη η Κιρ Μωαβ επορθηθη την νυχτα και ηφανισθη·
2 ανεβη εις τον οικον και εις Δαιβων, τους υψηλους τοπους, δια να κλαυση· ο Μωαβ θελει ολολυξει δια την Νεβω, και δια την Μεδεβα· πασαι αι κεφαλαι θελουσι φαλακρωθη, παν γενειον θελει ξυρισθη.
3 Εν ταις οδοις αυτων θελουσιν εισθαι περιεζωσμενοι σακκους· επι των δωματων αυτων και εν ταις πλατειαις αυτων παντες θελουσιν ολολυξει μετα κλαυθμου μεγαλου.
4 Και η Εσεβων θελει βοα, και η Ελεαλη· η βοη αυτων θελει ακουσθη εως Ιασσα· δια τουτο οι οπλοφοροι ανδρες του Μωαβ θελουσιν ολολυξει· η ψυχη αυτων θελει ολολυξει δι' αυτους.
5 Η καρδια μου θελει αναβοησει δια τον Μωαβ· οι φυγαδες αυτου θελουσι τρεξει εως Σηγωρ ως τριετης δαμαλις· διοτι κλαιοντες θελουσιν αναβη δια της αναβασεως της Λουειθ· διοτι εν τη οδω της Οροναιμ θελουσιν υψωσει φωνην εξολοθρευμου·
6 διοτι τα υδατα της Νιμρειμ θελουσιν εκλειψει· διοτι ο χορτος εξηρανθη, η χλοη εξελιπε, δεν υπαρχει ουδεν χλωρον·
7 δια τουτο η αφθονια, την οποιαν συνηξαν, και εκεινο το οποιον απεταμιευσαν, θελει φερθη εις την κοιλαδα των ιτεων.
8 Διοτι η φωνη εφθασε κυκλω εις τα ορια του Μωαβ· ο ολολυγμος αυτης εως Εγλαιμ, και ο ολολυγμος αυτης εις Βηρ-αιλειμ.
9 Διοτι τα υδατα της Δειμων θελουσι γεμισθη αιματος· διοτι θελω επιφερει ετι δεινα επι Δειμων, λεοντας επι τον διασωθεντα εκ του Μωαβ και επι τα υπολοιπα του τοπου.