1 E disse eu: Ouvi, peço-vos, ó chefes de Jacó, e vós, príncipes da casa de Israel; não é a vós que pertence saber o juízo?
2 A vós que odiais o bem, e amais o mal, que arrancais a pele de cima deles, e a carne de cima dos seus ossos;
3 E que comeis a carne do meu povo, e lhes arrancais a pele, e lhes esmiuçais os ossos, e os repartis como para a panela e como carne dentro do caldeirão.
4 Então clamarão ao Senhor, mas não os ouvirá; antes esconderá deles a sua face naquele tempo, visto que eles fizeram mal nas suas obras.
5 Assim diz o Senhor acerca dos profetas que fazem errar o meu povo, que mordem com os seus dentes, e clamam paz; mas contra aquele que nada lhes dá na boca preparam guerra.
6 Portanto, se vos fará noite sem visão, e tereis trevas sem adivinhação, e haverá o sol sobre os profetas, e o dia sobre eles se enegrecerá.
7 E os videntes se envergonharão, e os adivinhadores se confundirão; sim, todos eles cobrirão os seus lábios, porque não haverá resposta de Deus.
8 Mas eu estou cheio do poder do Espírito do Senhor, e de juízo e de força, para anunciar a Jacó a sua transgressão e a Israel o seu pecado.
9 Ouvi agora isto, vós, chefes da casa de Jacó, e príncipes da casa de Israel, que abominais o juízo e perverteis tudo o que é direito,
10 Edificando a Sião com sangue, e a Jerusalém com iniqüidade.
11 Os seus chefes dão as sentenças por suborno, e os seus sacerdotes ensinam por interesse, e os seus profetas adivinham por dinheiro; e ainda se encostam ao Senhor, dizendo: Não está o Senhor no meio de nós? Nenhum mal nos sobrevirá.
12 Portanto, por causa de vós, Sião será lavrada como um campo, e Jerusalém se tornará em montões de pedras, e o monte desta casa como os altos de um bosque.
1 Και ειπα, Ακουσατε τωρα, αρχηγοι του Ιακωβ και αρχοντες του οικου Ισραηλ· δεν ανηκει εις εσας να γνωριζητε την κρισιν;
2 Οι μισουντες το καλον και αγαπωντες το κακον, οι αποσπωντες το δερμα αυτων επανωθεν αυτων και την σαρκα αυτων απο των οστων αυτων,
3 οι κατατρωγοντες ετι την σαρκα του λαου μου και εκδειροντες το δερμα αυτων επανωθεν αυτων και συντριβοντες τα οστα αυτων και κατακοπτοντες αυτα ως δια χυτραν και ως κρεας εν μεσω λεβητος.
4 Τοτε θελουσι βοησει προς τον Κυριον, πλην δεν θελει εισακουσει αυτους· θελει μαλιστα κρυψει το προσωπον αυτου απ' αυτων εν τω καιρω εκεινω, διοτι εφερθησαν κακως εις τας πραξεις αυτων.
5 Ουτω λεγει Κυριος περι των προφητων, οιτινες πλανωσι τον λαον μου, οιτινες δαγκανοντες δια των οδοντων αυτων φωναζουσιν, Ειρηνη· και εαν τις δεν βαλλη τι εις το στομα αυτων, κηρυττουσιν εναντιον αυτου πολεμον.
6 Δια τουτο νυξ θελει εισθαι εις εσας αντι ορασεως και σκοτος εις εσας αντι μαντειας· και ο ηλιος θελει δυσει επι τους προφητας και η ημερα θελει συσκοτασει επ' αυτους.
7 Τοτε θελουσι καταισχυνθη οι βλεποντες και θελουσιν εντραπη οι μαντεις· και θελουσι σκεπασει τα χειλη αυτων παντες ουτοι, διοτι δεν ειναι αποκρισις Θεου.
8 Αλλ' εγω βεβαιως ειμαι πληρης δυναμεως δια του πνευματος του Κυριου και κρισεως και ισχυος, δια να απαγγειλω εις τον Ιακωβ την παραβασιν αυτου και εις τον Ισραηλ την αμαρτιαν αυτου.
9 Ακουσατε λοιπον τουτο, αρχηγοι του οικου Ιακωβ και αρχοντες του οικου Ισραηλ, οι βδελυττομενοι την κρισιν και διαστρεφοντες πασαν ευθυτητα,
10 οι οικοδομουντες την Σιων εν αιματι και την Ιερουσαλημ εν ανομια.
11 Οι αρχοντες αυτης κρινουσι με δωρα και οι ιερεις αυτης διδασκουσιν επι μισθω και οι προφηται αυτης μαντευουσιν επι αργυριω και επαναπαυονται επι τον Κυριον, λεγοντες, Δεν ειναι ο Κυριος εν μεσω ημων; κακον δεν θελει ελθει εφ' ημας.
12 Δια τουτο η Σιων εξ αιτιας σας θελει αροτριασθη ως αγρος, και η Ιερουσαλημ θελει γεινει σωροι λιθων, και το ορος του οικου ως υψηλοι τοποι δρυμου.