1 Ουαι, γη σκιαζουσα δια των πτερυγων, η περαν των ποταμων της Αιθιοπιας,
2 η εξαποστελλουσα πρεσβεις δια θαλασσης και με πλοια σπαρτινα επι των υδατων. Υπαγετε, ταχυδρομοι αγγελιαφοροι, προς εθνος διηρπαγμενον και κατεσπαραγμενον, προς λαον τρομερον απο της αρχης αυτου εως της σημερον, εθνος μεμετρημενον και καταπεπατημενον, του οποιου την γην διηρπασαν οι ποταμοι.
3 Παντες οι κατοικοι του κοσμου και οι ενοικουντες επι της γης, βλεπετε, οταν υψωθη σημαια επι τα ορη· και ακουσατε, οταν εκπεμφθη φωνη σαλπιγγος.
4 Διοτι ουτως ειπε Κυριος προς εμε· Θελω ησυχασει και θελω επιβλεψει εις το κατοικητηριον μου, ως καυσων λαμπροτερος του φωτος, ως νεφελη δροσου εν τω καυσωνι του θερους.
5 Διοτι πριν του θερους, οταν το βλαστημα γεινη τελειον και η αγουριδα ωριμαση εκ του ανθους, θελει κοψει τους βλαστους δια κλαδευτηριων και τας κληματιδας αποκοψας θελει αφαιρεσει.
6 Θελουσιν εγκαταλειφθη ομου δια τα ορνεα των βουνων και δια τα θηρια της γης· και τα ορνεα θελουσι περασει το θερος επ' αυτους, και παντα τα θηρια της γης θελουσι διαχειμασει επ' αυτους.
7 Εν εκεινω τω καιρω θελει φερθη δωρον προς τον Κυριον των δυναμεων εκ λαου διηρπαγμενου και κατεσπαραγμενου και εκ λαου τρομερου απο της αρχης αυτου εως της σημερον, εθνους μεμετρημενου και καταπεπατημενου, του οποιου την γην διηρπασαν οι ποταμοι, εις τον τοπον του ονοματος του Κυριου των δυναμεων, το ορος Σιων.
1 Ai da terra do zumbido de insetos ao longo dos rios da Etiópia,
2 que manda emissários pelo mar em barcos de papiro sobre as águas. Vão, ágeis mensageiros, a um povo alto e de pele macia, a um povo temido pelos que estão perto e pelos que estão longe, nação agressiva e de fala estranha, cuja terra é dividida por rios.
3 Todos vocês, habitantes do mundo, vocês que vivem na terra, quando a bandeira for erguida sobre os montes, vocês a verão, e, quando soar a trombeta, vocês a ouvirão.
4 Assim diz o Senhor: "Do lugar onde moro ficarei olhando, quieto como o ardor do sol reluzente, como a nuvem de orvalho no calor do tempo da colheita".
5 Pois, antes da colheita, quando a floração der lugar ao fruto e as uvas amadurecerem, ele cortará os brotos com a podadeira e tirará os ramos longos.
6 Serão todos entregues aos abutres das montanhas e aos animais selvagens; as aves se alimentarão delas todo o verão, e os animais selvagens, todo o inverno.
7 Naquela ocasião dádivas serão trazidas ao Senhor dos Exércitos da parte de um povo alto e de pele macia, da parte de um povo temido pelos que estão perto e pelos que estão longe, nação agressiva e de fala estranha, cuja terra é dividida por rios. As dádivas serão trazidas ao monte Sião, ao local do nome do Senhor dos Exércitos.