1 Και οτε επαυσεν ο Ιερεμιας λαλων προς παντα τον λαον παντας τους λογους Κυριου του Θεου αυτων, δια τους οποιους Κυριος ο Θεος αυτων απεστειλεν αυτον προς αυτους, παντας τους λογους τουτους,
2 τοτε ελαλησεν Αζαριας ο υιος του Ωσαιου και Ιωαναν ο υιος του Καρηα και παντες οι υπερηφανοι ανδρες, λεγοντες προς τον Ιερεμιαν· Ψευδεσαι· Κυριος ο Θεος ημων δεν σε απεστειλε να ειπης, Μη υπαγητε εις την Αιγυπτον δια να παροικησητε εκει·
3 αλλ' ο Βαρουχ ο υιος του Νηριου σε διεγειρει εναντιον ημων, δια να μας παραδωσης εις την χειρα των Χαλδαιων, να μας θανατωσωσι και να μας φερωσιν αιχμαλωτους εις την Βαβυλωνα.
4 Και δεν υπηκουσεν Ιωαναν ο υιος του Καρηα και παντες οι αρχηγοι των στρατευματων και πας ο λαος εις την φωνην του Κυριου, να κατοικησωσιν εν γη Ιουδα·
5 αλλ' ο Ιωαναν ο υιος του Καρηα και παντες οι αρχηγοι των στρατευματων ελαβον παντας τους υπολοιπους του Ιουδα, τους επιστρεψαντας εκ παντων των εθνων, οπου ειχον διασπαρη, δια να κατοικησωσιν εν γη Ιουδα,
6 τους ανδρας και τας γυναικας και τα παιδια και τας θυγατερας του βασιλεως και παντα ανθρωπον, τον οποιον Νεβουζαραδαν ο αρχισωματοφυλαξ ειχεν αφησει μετα του Γεδαλιου υιου του Αχικαμ υιου του Σαφαν, και τον Ιερεμιαν τον προφητην και τον Βαρουχ τον υιον του Νηριου·
7 και εισηλθον εις την γην της Αιγυπτου· διοτι δεν υπηκουσαν εις την φωνην του Κυριου· και ηλθον εως Ταφνης.
8 Και εγεινε λογος Κυριου προς τον Ιερεμιαν εν Ταφνης, λεγων,
9 Λαβε εις την χειρα σου λιθους μεγαλους και κρυψον αυτους εμπροσθεν των οφθαλμων των ανδρων των Ιουδαιων εν αργιλλω εν τη κεραμεικη καμινω τη προς την εισοδον της οικιας του Φαραω, εν Ταφνης·
10 και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ· Ιδου, θελω εξαποστειλει και λαβει τον Ναβουχοδονοσορ τον βασιλεα της Βαβυλωνος, τον δουλον μου, και θελω θεσει τον θρονον αυτου επανω των λιθων τουτων, τους οποιους εκρυψα· και θελει απλωσει την βασιλικην αυτου σκηνην επανω αυτων.
11 Και θελει ελθει και παταξει την γην της Αιγυπτου και παραδωσει τους μεν δια θανατον, εις θανατον, τους δε δια αιχμαλωσιαν, εις αιχμαλωσιαν, τους δε δια ρομφαιαν, εις ρομφαιαν.
12 Και θελω αναψει πυρ εν ταις οικιαις των θεων της Αιγυπτου, και τας μεν θελει κατακαυσει τους δε θελει φερει εις αιχμαλωσιαν· και θελει ενδυθη την γην της Αιγυπτου, καθως ο ποιμην ενδυεται το ιματιον αυτου, και θελει εξελθει εκειθεν εν ειρηνη.
13 Και θελει συντριψει τα ειδωλα του οικου του ηλιου, του εν τη γη της Αιγυπτου· και τους οικους των θεων των Αιγυπτιων θελει κατακαυσει εν πυρι.
1 Quando Jeremias acabou de dizer ao povo tudo o que o Senhor, o seu Deus, lhe mandara dizer,
2 Azarias, filho de Hosaías, e Joanã, filho de Careá, e todos os homens arrogantes disseram a Jeremias: "Você está mentindo! O Senhor não lhe mandou dizer que não fôssemos residir no Egito.
3 Mas é Baruque, filho de Nerias, que o está instigando contra nós para que sejamos entregues nas mãos dos babilônios, a fim de que nos matem ou nos levem para o exílio na Babilônia".
4 Assim Joanã, filho de Careá, e todos os comandantes do exército e todo o povo desobedeceram à ordem do Senhor de que permanecessem na terra de Judá.
5 Mas Joanã, filho de Careá, e todos os comandantes do exército, levaram todo o remanescente de Judá que tinha voltado de todas as nações para onde haviam sido espalhados a fim de viver na terra de Judá:
6 todos os homens, mulheres e crianças, as filhas do rei, todos os que Nebuzaradã, o comandante da guarda imperial, deixara com Gedalias, filho de Aicam, neto de Safã; além do profeta Jeremias e de Baruque, filho de Nerias.
7 Eles foram para o Egito, desobedecendo ao Senhor, e foram até Tafnes.
8 Em Tafnes, o Senhor dirigiu a palavra a Jeremias, dizendo:
9 "Pegue algumas pedras grandes e, à vista dos homens de Judá, enterre-as no barro do pavimento na entrada do palácio do faraó, em Tafnes.
10 Então diga-lhes: ‘Assim diz o Senhor dos Exércitos, Deus de Israel: Mandarei chamar meu servo Nabucodonosor, rei da Babilônia, e ele colocará o seu trono sobre essas pedras que enterrei, e estenderá a sua tenda real sobre elas.
11 Ele virá e atacará o Egito, trará a morte aos destinados a morte, cativeiro aos destinados ao cativeiro, e espada aos destinados a morrer pela espada.
12 Ele incendiará os templos dos deuses do Egito; queimará seus templos e levará embora cativos os seus deuses. Como um pastor tira os piolhos do seu manto, assim ele despiolhará o seu Egito, e sairá em paz.
13 Ele despedaçará as colunas no templo do sol, no Egito, e incendiará os templos dos deuses do Egito’ ".