1 Και ειπε Κυριος προς εμε, Υπαγε ετι, αγαπησον γυναικα, ητις καιτοι αγαπωμενη υπο του φιλου αυτης ειναι μοιχαλις, κατα την αγαπην του Κυριου προς τους υιους Ισραηλ, οιτινες ομως επιβλεπουσιν εις θεους αλλοτριους και αγαπωσι φιαλας οινου.
2 Και εμισθωσα αυτην εις εμαυτον δια δεκαπεντε αργυρια και εν χομορ κριθης και ημισυ χομορ κριθης.
3 Και ειπα προς αυτην, Θελεις καθησει δι' εμε πολλας ημερας· δεν θελεις πορνευσει και δεν θελεις εισθαι δι' αλλον· και εγω ομοιως θελω εισθαι δια σε.
4 Διοτι οι υιοι Ισραηλ θελουσι καθησει πολλας ημερας χωρις βασιλεως και χωρις αρχοντος και χωρις θυσιας και χωρις αγαλματος και χωρις εφοδ και θεραφειμ.
5 Μετα ταυτα θελουσιν επιστρεψει οι υιοι Ισραηλ και θελουσι ζητησει Κυριον τον Θεον αυτων και Δαβιδ τον βασιλεα αυτων· και θελουσι φοβεισθαι τον Κυριον και την αγαθοτητα αυτου εν ταις εσχαταις ημεραις.
1 O Senhor me disse: "Vá, trate novamente com amor sua mulher, apesar de ela ser amada por outro e ser adúltera. Ame-a como o Senhor ama os israelitas, apesar de eles se voltarem para outros deuses e de amarem os bolos sagrados de uvas passas".
2 Por isso eu a comprei por cento e oitenta gramas de prata e um barril e meio de cevada.
3 E eu lhe disse: Você viverá comigo por muitos dias; você não será mais prostituta nem será de nenhum outro homem, e eu viverei com você.
4 Pois os israelitas viverão muitos dias sem rei e sem líder, sem sacrifício e sem colunas sagradas, sem colete sacerdotal e sem ídolos da família.
5 Depois disso os israelitas voltarão e buscarão o Senhor, o seu Deus, e Davi, seu rei. Virão tremendo atrás do Senhor e das suas bênçãos, nos últimos dias.