50 Αυτη ειναι η παρηγορια μου εν τη θλιψει μου, οτι ο λογος σου με εζωοποιησεν.
6 Ταπεινωθητε λοιπον υπο την κραταιαν χειρα του Θεου, δια να σας υψωση εν καιρω,
7 και πασαν την μεριμναν υμων ριψατε επ' αυτον, διοτι αυτος φροντιζει περι υμων.
1 Χαιρω οτι ο Κυριος εισηκουσε της φωνης μου, των δεησεων μου·
2 οτι εκλινε το ωτιον αυτου προς εμε· και ενοσω ζω, θελω επικαλεισθαι αυτον.
4 Μακαριοι οι πενθουντες, διοτι αυτοι θελουσι παρηγορηθη.
22 Επιρριψον επι τον Κυριον το φορτιον σου, και αυτος θελει σε ανακουφισει· δεν θελει ποτε συγχωρησει να σαλευθη ο δικαιος.
26 ο δε Παρακλητος, το Πνευμα το Αγιον, το οποιον θελει πεμψει ο Πατηρ εν τω ονοματι μου, εκεινος θελει σας διδαξει παντα και θελει σας υπενθυμισει παντα οσα ειπον προς εσας.
27 Ειρηνην αφινω εις εσας, ειρηνην την εμην διδω εις εσας· ουχι καθως ο κοσμος διδει, σας διδω εγω. Ας μη ταραττηται η καρδια σας μηδε ας δειλια.
5 διοτι καθως περισσευουσι τα παθηματα του Χριστου εις ημας, ουτω δια του Χριστου περισσευει και η παρηγορια ημων.
22 Και σεις λοιπον τωρα μεν εχετε λυπην· παλιν ομως θελω σας ιδει, και θελει χαρη η καρδια σας, και την χαραν σας ουδεις αφαιρει απο σας.
17 Οθεν εαν τις ηναι εν Χριστω ειναι νεον κτισμα· τα αρχαια παρηλθον, ιδου, τα παντα εγειναν νεα.
16 Και εγω θελω παρακαλεσει τον Πατερα, και θελει σας δωσει αλλον Παρακλητον, δια να μενη μεθ' υμων εις τον αιωνα,
17 το Πνευμα της αληθειας, το οποιον ο κοσμος δεν δυναται να λαβη, διοτι δεν βλεπει αυτο ουδε γνωριζει αυτο· σεις ομως γνωριζετε αυτο, διοτι μενει μεθ' υμων και εν υμιν θελει εισθαι.
18 Δεν θελω σας αφησει ορφανους· ερχομαι προς εσας.
1 Ο Θεος ειναι καταφυγη ημων και δυναμις, βοηθεια ετοιμοτατη εν ταις θλιψεσι.
24 Διοτι δεν εξουθενωσε και δεν απεστραφη την θλιψιν του τεθλιμμενου, και δεν εκρυψε το προσωπον αυτου απ' αυτου· και οτε εβοησε προς αυτον, εισηκουσεν.
9 Και ο Κυριος θελει εισθαι καταφυγιον εις τον πενητα, καταφυγιον εν καιρω θλιψεως.
4 Εν εζητησα παρα του Κυριου, τουτο θελω εκζητει· το να κατοικω εν τω οικω του Κυριου πασας τας ημερας της ζωης μου, να θεωρω το καλλος του Κυριου και να επισκεπτωμαι τον ναον αυτου.
5 Διοτι εν ημερα συμφορας θελει με κρυψει εν τη σκηνη αυτου· Θελει με κρυψει εν τω αποκρυφω της σκηνης αυτου· θελει με υψωσει επι βραχον·
5 Διοτι η οργη αυτου διαρκει μιαν μονην στιγμην· ζωη ομως ειναι εν τη ευμενεια αυτου· το εσπερας δυναται να συγκατοικηση κλαυθμος, αλλα το πρωι ερχεται αγαλλιασις.
8 και ο Κυριος, αυτος ειναι ο προπορευομενος σου· αυτος θελει εισθαι μετα σου· δεν θελει σε αφησει ουδε θελει σε εγκαταλειψει· μη φοβου, μηδε δειλια.
20 οστις εδειξας εις εμε θλιψεις πολλας και ταλαιπωριας, και παλιν με ανεζωοποιησας και εκ των αβυσσων της γης παλιν ανηγαγες με;
21 Ηυξησας το μεγαλειον μου και επιστρεψας με παρηγορησας.
7 Ο Κυριος ειναι αγαθος, οχυρωμα εν ημερα θλιψεως, και γνωριζει τους ελπιζοντας επ' αυτον.
11 Διοτι εγω γνωριζω τας βουλας τας οποιας βουλευομαι περι υμων, λεγει Κυριος, βουλας ειρηνης και ουχι κακου, δια να δωσω εις υμας το προσδοκωμενον τελος.
8 Συ αριθμεις τας αποπλανησεις μου· θες τα δακρυα μου εις την φιαλην σου· δεν ειναι ταυτα εν τω βιβλιω σου;
48 Και θελω υψονει τας χειρας μου προς τα προσταγματα σου, τα οποια ηγαπησα· και θελω μελετα εις τα διαταγματα σου.
49 Ενθυμηθητι τον λογον τον προς τον δουλον σου, εις τον οποιον με επηλπισας.
50 Αυτη ειναι η παρηγορια μου εν τη θλιψει μου, οτι ο λογος σου με εζωοποιησεν.
51 Οι υπερηφανοι με εχλευαζον σφοδρα· αλλ' εγω απο του νομου σου δεν εξεκλινα.
52 Ενεθυμηθην τας απ' αιωνος κρισεις σου, Κυριε, και παρηγορηθην.
5 Και ειπεν ο καθημενος επι του θρονου· Ιδου, καμνω νεα τα παντα. Και λεγει προς εμε· Γραψον, διοτι ουτοι οι λογοι ειναι αληθινοι και πιστοι.