2 Κλινον εις εμε το ωτιον σου· ταχυνον να με ελευθερωσης· γενου εις εμε ισχυρος βραχος· οικος καταφυγης, δια να με σωσης.
7 Και ηυξηνθησαν οι υιοι Ισραηλ και επληθυνθησαν, και επολλαπλασιασθησαν, και ενεδυναμωθησαν σφοδρα, ωστε ο τοπος εγεμισεν απ' αυτων.
13 Ευδοκησον, Κυριε, να με ελευθερωσης Κυριε, ταχυνον εις βοηθειαν μου.
11 Δια πιστεως και αυτη η Σαρρα ελαβε δυναμιν εις το να συλλαβη σπερμα και παρα καιρον ηλικιας εγεννησεν, επειδη εστοχασθη πιστον τον υποσχεθεντα.
9 και μοι ειπεν· Αρκει εις σε η χαρις μου· διοτι η δυναμις μου εν αδυναμια δεικνυεται τελεια. Με ακραν λοιπον ευχαριστησιν θελω καυχηθη μαλλον εις τας αδυναμιας μου, δια να κατοικηση εν εμοι η δυναμις του Χριστου.
13 Διοτι ενεδυναμωσε τους μοχλους των πυλων σου· ηυλογησε τους υιους σου εν μεσω σου.
15 θελει ομως σωθη δια της τεκνογονιας, εαν μεινωσιν εις την πιστιν και αγαπην και αγιασμον μετα σωφροσυνης.
2 Απο των περατων της γης προς σε θελω κραζει, οταν λιποθυμη η καρδια μου. Οδηγησον με εις την πετραν, ητις ειναι παραπολυ υψηλη δι' εμε.
9 ο κατοικιζων την στειραν εν οικω, μητερα ευφραινομενην εις τεκνα. Αλληλουια.
13 τα παντα δυναμαι δια του ενδυναμουντος με Χριστου.
14 Θελεις εισθαι ευλογημενος υπερ παντα τα εθνη· αγονος η στειρα δεν θελει εισθαι εις σε η εις τα κτηνη σου.
23 Δεν θελουσι κοπιαζει εις ματην ουδε θελουσι τεκνοποιει δια καταστροφην· διοτι ειναι σπερμα των ευλογημενων του Κυριου και οι εκγονοι αυτων μετ' αυτων.
2 Το σπερμα αυτου θελει εισθαι δυνατον εν τη γη· η γενεα των ευθεων θελει ευλογηθη·
15 και επικαλου εμε εν ημερα θλιψεως, θελω σε ελευθερωσει, και θελεις με δοξασει.
15 Ο ποιησας εμε εν τη κοιλια, δεν εποιησε και εκεινον; και δεν εμορφωσεν ημας ο αυτος εν τη μητρα;
29 Διδει ισχυν εις τους ητονημενους και αυξανει την δυναμιν εις τους αδυνατους.
30 Και οι νεοι θελουσιν ατονησει και αποκαμει, και οι εκλεκτοι νεοι θελουσιν αδυνατησει πανταπασιν·
31 αλλ' οι προσμενοντες τον Κυριον θελουσιν ανανεωσει την δυναμιν αυτων· θελουσιν αναβη με πτερυγας ως αετοι· θελουσι τρεξει και δεν θελουσιν αποκαμει· θελουσι περιπατησει και δεν θελουσιν ατονησει.
13 Διοτι συ εμορφωσας τους νεφρους μου· με περιετυλιξας εν τη κοιλια της μητρος μου.
14 Επειδη εθεσεν εις εμε την αγαπην αυτου, δια τουτο θελω λυτρωσει αυτον· θελω υψωσει αυτον, διοτι εγνωρισε το ονομα μου.
5 Πριν σε μορφωσω εν τη κοιλια, σε εγνωρισα· και πριν εξελθης εκ της μητρας, σε ηγιασα· προφητην εις τα εθνη σε κατεστησα.
13 Πειρασμος δεν σας κατελαβεν ειμη ανθρωπινος· πιστος ομως ειναι ο Θεος, οστις δεν θελει σας αφησει να πειρασθητε υπερ την δυναμιν σας, αλλα μετα του πειρασμου θελει καμει και την εκβασιν, ωστε να δυνασθε να υποφερητε.
7 Αγγελος Κυριου στρατοπεδευει κυκλω των φοβουμενων αυτον και ελευθερονει αυτους.
45 Και μακαρια η πιστευσασα, διοτι θελει γεινει εκπληρωσις των λαληθεντων προς αυτην παρα Κυριου.
21 Και χειρ με χειρα εαν συναπτηται, ο ασεβης δεν θελει μενει ατιμωρητος· το δε σπερμα των δικαιων θελει ελευθερωθη.
3 Ιδου, κληρονομια παρα του Κυριου ειναι τα τεκνα· μισθος αυτου ο καρπος της κοιλιας.
3 Διοτι θελω εκχεει υδωρ επι τον διψωντα και ποταμους επι την ξηραν· θελω εκχεει το πνευμα μου επι το σπερμα σου και την ευλογιαν μου επι τους εκγονους σου·
4 και θελουσι βλαστησει ως μεταξυ χορτου, ως ιτεαι παρα τους ρυακας των υδατων.
25 και τουτο δια του Θεου του πατρος σου, οστις θελει σε βοηθει, και δια του Παντοδυναμου, οστις θελει σε ευλογει, ευλογιας του ουρανου ανωθεν, ευλογιας της αβυσσου κατωθεν, ευλογιας των μαστων και της μητρας·
7 Πριν κοιλοπονηση, εγεννησε· πριν ελθωσιν οι πονοι αυτης, ηλευθερωθη και εγεννησεν αρσενικον.
9 Εγω, ο φερων εις την γενναν, δεν ηθελον καμει να γεννηση; λεγει Κυριος· εγω, ο καμνων να γεννωσιν, ηθελον κλεισει την μητραν; λεγει ο Θεος σου.
11 Θελει βοσκησει το ποιμνιον αυτου ως ποιμην· θελει συναξει τα αρνια δια του βραχιονος αυτου και βαστασει εν τω κολπω αυτου· και θελει οδηγει τα θηλαζοντα.
19 και εξηγαγε με εις ευρυχωριαν· ηλευθερωσε με διοτι ηυδοκησεν εις εμε.
17 Εγω δε ειμαι πτωχος και πενης· αλλ' ο Κυριος φροντιζει περι εμου· η βοηθεια μου και ο ελευθερωτης μου συ εισαι· Θεε μου, μη βραδυνης.
21 Η γυνη οταν γεννα, λυπην εχει, διοτι ηλθεν ωρα αυτης· αφου ομως γεννηση το παιδιον, δεν ενθυμειται πλεον την θλιψιν, δια την χαραν οτι εγεννηθη ανθρωπος εις τον κοσμον.
9 Ας μη αποκαμνωμεν δε πραττοντες το καλον· διοτι εαν δεν αποκαμνωμεν, θελομεν θερισει εν τω δεοντι καιρω.