9 Αλλ' εαν δεν εγκρατευωνται, ας νυμφευθωσι· διοτι καλητερον ειναι να νυμφευθωσι παρα να εξαπτωνται.
18 Φευγετε την πορνειαν. Παν αμαρτημα, το οποιον ηθελε πραξει ο ανθρωπος, ειναι εκτος του σωματος· ο πορνευων ομως αμαρτανει εις το ιδιον αυτου σωμα.
19 Η δεν εξευρετε οτι το σωμα σας ειναι ναος του Αγιου Πνευματος του εν υμιν, το οποιον εχετε απο Θεου, και δεν εισθε κυριοι εαυτων;
20 Διοτι ηγορασθητε δια τιμης· δοξασατε λοιπον τον Θεον δια του σωματος σας και δια του πνευματος σας, τα οποια ειναι του Θεου.
4 Τιμιος εστω ο γαμος εις παντας και η κοιτη αμιαντος· τους δε πορνους και μοιχους θελει κρινει ο Θεος.
14 Μη μοιχευσης.
18 η πηγη σου ας ηναι ευλογημενη· και ευφραινου μετα της γυναικος της νεοτητος σου.
19 Ας ηναι εις σε ως ελαφος ερασμια και δορκας κεχαριτωμενη· ας σε ποτιζωσιν οι μαστοι αυτης εν παντι καιρω· ευφραινου παντοτε εις την αγαπην αυτης.
15 Δεν εξευρετε οτι τα σωματα σας ειναι μελη του Χριστου; να λαβω λοιπον τα μελη του Χριστου και να καμω αυτα μελη πορνης; Μη γενοιτο.
16 Η δεν εξευρετε οτι ο προσκολλωμενος με την πορνην ειναι εν σωμα; διοτι θελουσιν εισθαι, λεγει, οι δυο εις σαρκα μιαν·
17 οστις ομως προσκολλαται με τον Κυριον ειναι εν πνευμα.
15 Και δεν εκαμεν ο Θεος ενα; και ομως αυτος ειχεν υπεροχην πνευματος. Και δια τι τον ενα; δια να ζητηση σπερμα θειον. Δια τουτο προσεχετε εις το πνευμα σας, και ας μη φερηται μηδεις απιστως προς την γυναικα της νεοτητος αυτου.
3 Επειδη τουτο ειναι το θελημα του Θεου, ο αγιασμος σας, να απεχησθε απο της πορνειας,
4 να εξευρη εκαστος υμων να κρατη το εαυτου σκευος εν αγιασμω και τιμη,
5 ουχι εις παθος επιθυμιας καθως και τα εθνη τα μη γνωριζοντα τον Θεον,
3 Ο ανηρ ας αποδιδη εις την γυναικα την οφειλομενην ευνοιαν· ομοιως δε και η γυνη εις τον ανδρα.
4 Η γυνη δεν εξουσιαζει το εαυτης σωμα, αλλ' ο ανηρ· ομοιως δε και ο ανηρ δεν εξουσιαζει το εαυτου σωμα, αλλ' η γυνη.
13 Ας περιπατησωμεν ευσχημονως ως εν ημερα, μη εις συμποσια και μεθας, μη εις κοιτας και ασελγειας, μη εις εριδα και φθονον·
28 Εγω ομως σας λεγω οτι πας ο βλεπων γυναικα δια να επιθυμηση αυτην ηδη εμοιχευσεν αυτην εν τη καρδια αυτου.
27 Και εποιησεν ο Θεος τον ανθρωπον κατ' εικονα εαυτου· κατ' εικονα Θεου εποιησεν αυτον· αρσεν και θηλυ εποιησεν αυτους·
28 και ευλογησεν αυτους ο Θεος· και ειπε προς αυτους ο Θεος, Αυξανεσθε και πληθυνεσθε και γεμισατε την γην και κυριευσατε αυτην, και εξουσιαζετε επι των ιχθυων της θαλασσης και επι των πετεινων του ουρανου και επι παντος ζωου κινουμενου επι της γης.
3 Πορνεια δε και πασα ακαθαρσια η πλεονεξια μηδε ας ονομαζηται μεταξυ σας, καθως πρεπει εις αγιους,
6 Ουδεις ανθρωπος θελει πλησιασει εις ουδενα συγγενη αυτου κατα σαρκα, δια να αποκαλυψη την ασχημοσυνην αυτου. Εγω ειμαι ο Κυριος.
7 Ασχημοσυνην πατρος σου, η ασχημοσυνην μητρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι μητηρ σου· δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.
8 Ασχημοσυνην γυναικος του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι ασχημοσυνη του πατρος σου.
9 Ασχημοσυνην αδελφης σου θυγατρος του πατρος σου η θυγατρος της μητρος σου, γεννημενης εν τη οικια η γεννημενης εξω, τουτων την ασχημοσυνην δεν θελεις αποκαλυψει.
10 Ασχημοσυνην θυγατρος του υιου σου η θυγατρος της θυγατρος σου, τουτων την ασχημοσυνην δεν θελεις αποκαλυψει διοτι ιδικη σου ειναι η ασχημοσυνη αυτων.
11 Ασχημοσυνην θυγατρος της γυναικος του πατρος σου, γεννημενης απο του πατρος σου, ητις ειναι αδελφη σου, δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.
12 Ασχημοσυνην αδελφης του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει ειναι στενη συγγενης του πατρος σου.
13 Ασχημοσυνην αδελφης της μητρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· διοτι ειναι στενη συγγενης της μητρος σου.
14 Ασχημοσυνην αδελφου του πατρος σου δεν θελεις αποκαλυψει· εις την γυναικα αυτου δεν θελεις πλησιασει· ειναι θεια σου.
15 Ασχημοσυνην νυμφης σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι γυνη του υιου σου· δεν θελεις αποκαλυψει την ασχημοσυνην αυτης.
16 Ασχημοσυνην αδελφου σου δεν θελεις αποκαλυψει· ειναι η ασχημοσυνη του αδελφου σου.
17 Ασχημοσυνην γυναικος και της θυγατρος αυτης δεν θελεις αποκαλυψει ουδε θελεις λαβει την θυγατερα του υιου αυτης η την θυγατερα της θυγατρος αυτης, δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης· ειναι στεναι συγγενεις αυτης· ειναι ασεβημα.
18 Και γυναικα προς τη αδελφη αυτης αντιζηλον δεν θελεις λαβει, δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης προς τη αλλη, εν οσω ζη.
19 Και εις γυναικα, εν καιρω αποχωρισμου δια την ακαθαρσιαν αυτης δεν θελεις πλησιασει δια να αποκαλυψης την ασχημοσυνην αυτης.
20 Και μετα της γυναικος του πλησιον σου δεν θελεις συνουσιασθη, δια να μιανθης μετ' αυτης.
21 Και δεν θελεις αφησει τινα εκ του σπερματος σου να περαση δια του πυρος εις τον Μολοχ και δεν θελεις βεβηλωσει το ονομα του Θεου σου. Εγω ειμαι ο Κυριος.
22 Και μετα αρρενος δεν θελεις συνουσιασθη, ως μετα γυναικος· ειναι βδελυγμα.
23 Ουδε θελεις συνουσιασθη μετ' ουδενος κτηνους, δια να μιανθης μετ' αυτου· ουδε γυνη θελει σταθη εμπροσθεν κτηνους, δια να βατευθη· ειναι μυσαρον.
4 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους· Δεν ανεγνωσατε οτι ο πλασας απ' αρχης αρσεν και θηλυ επλασεν αυτους
5 και ειπεν, Ενεκεν τουτου θελει αφησει ανθρωπος τον πατερα και την μητερα και θελει προσκολληθη εις την γυναικα αυτου, και θελουσιν εισθαι οι δυο εις σαρκα μιαν;
6 Ωστε δεν ειναι πλεον δυο, αλλα μια σαρξ. Εκεινο λοιπον το οποιον ο Θεος συνεζευξεν, ανθρωπος ας μη χωριζη.
22 λεγοντες οτι ειναι σοφοι εμωρανθησαν,
23 και ηλλαξαν την δοξαν του αφθαρτου Θεου εις ομοιωμα εικονος φθαρτου ανθρωπου και πετεινων και τετραποδων και ερπετων.
24 Δια τουτο και παρεδωκεν αυτους ο Θεος δια των επιθυμιων των καρδιων αυτων εις ακαθαρσιαν, ωστε να ατιμαζωνται τα σωματα αυτων μεταξυ αυτων.
25 Οιτινες μετηλλαξαν την αληθειαν του Θεου εις το ψευδος, και εσεβασθησαν και ελατρευσαν την κτισιν μαλλον παρα τον κτισαντα, οστις ειναι ευλογητος εις τους αιωνας· αμην.
26 Δια τουτο παρεδωκεν αυτους ο Θεος εις παθη ατιμιας· διοτι και αι γυναικες αυτων μετηλλαξαν την φυσικην χρησιν εις την παρα φυσιν·
27 ομοιως δε και οι ανδρες, αφησαντες την φυσικην χρησιν της γυναικος, εξεκαυθησαν εις την επιθυμιαν αυτων προς αλληλους, πραττοντες την ασχημοσυνην αρσενες εις αρσενας και απολαμβανοντες εις εαυτους την πρεπουσαν αντιμισθιαν της πλανης αυτων.
24 Δια τουτο θελει αφησει ο ανθρωπος τον πατερα αυτου και την μητερα αυτου, και θελει προσκολληθη εις την γυναικα αυτου· και θελουσιν εισθαι οι δυο εις σαρκα μιαν.