1 Αινειτε τον Κυριον. Μακαριος ο ανθρωπος ο φοβουμενος τον Κυριον· εις τας εντολας αυτου ηδυνεται σφοδρα.
2 Το σπερμα αυτου θελει εισθαι δυνατον εν τη γη· η γενεα των ευθεων θελει ευλογηθη·
3 Αγαθα και πλουτη θελουσιν εισθαι εν τω οικω αυτου, και η δικαιοσυνη αυτου μενει εις τον αιωνα.
4 Φως ανατελλει εν τω σκοτει δια τους ευθεις· ειναι ελεημων και οικτιρμων και δικαιος.
5 Ο καλος ανθρωπος ελεει και δανειζει· οικονομει τα πραγματα αυτου εν κρισει.
6 Βεβαιως δεν θελει ποτε κλονισθη· εις μνημοσυνον αιωνιον θελει εισθαι ο δικαιος.
7 Απο κακης φημης δεν θελει φοβηθη· η καρδια αυτου ειναι στερεα, ελπιζουσα επι τον Κυριον.
8 Εστηριγμενη ειναι η καρδια αυτου· δεν θελει φοβηθη, εωσου ιδη την εκδικησιν επι τους εχθρους αυτου.
9 Εσκορπισεν, εδωκεν εις τους πενητας· η δικαιοσυνη αυτου μενει εις τον αιωνα· το κερας αυτου θελει υψωθη εν δοξη.
10 Ο ασεβης θελει ιδει και θελει οργισθη· θελει τριξει τους οδοντας αυτου και θελει αναλυθη· η επιθυμια των ασεβων θελει απολεσθη.