12 Αρα λοιπον εκαστος ημων περι εαυτου θελει δωσει λογον εις τον Θεον.
6 οστις θελει αποδωσει εις εκαστον κατα τα εργα αυτου,
7 εις μεν τους ζητουντας δι' υπομονης εργου αγαθου, δοξαν και τιμην και αφθαρσιαν ζωην αιωνιον,
8 εις δε τους φιλονεικους και απειθουντας μεν εις την αληθειαν, πειθομενους δε εις την αδικιαν θελει εισθαι θυμος και οργη,
9 θλιψις και στενοχωρια επι πασαν ψυχην ανθρωπου του εργαζομενου το κακον, Ιουδαιου τε πρωτον και Ελληνος·
10 δοξα δε και τιμη και ειρηνη εις παντα τον εργαζομενον το αγαθον, Ιουδαιον τε πρωτον και Ελληνα·
11 επειδη δεν ειναι προσωποληψια παρα τω Θεω.
1 Μη κρινετε, δια να μη κριθητε·
2 διοτι με οποιαν κρισιν κρινετε θελετε κριθη, και με οποιον μετρον μετρειτε θελει αντιμετρηθη εις εσας.
16 Και η δωρεα δεν ειναι καθως η δι' ενος αμαρτησαντος γενομενη κατακρισις· διοτι η κρισις εκ του ενος εγεινεν εις κατακρισιν των πολλων, το δε χαρισμα εκ πολλων αμαρτηματων εγεινεν εις δικαιωσιν.
17 Διοτι αν και δια το αμαρτημα του ενος ο θανατος εβασιλευσε δια του ενος, πολυ περισσοτερον οι λαμβανοντες την αφθονιαν της χαριτος και της δωρεας της δικαιοσυνης θελουσι βασιλευσει εν ζωη δια του ενος Ιησου Χριστου.
5 και εξαπαντος το αιμα σας, το αιμα της ζωης σας, θελω εκζητησει εκ της χειρος παντος ζωου θελω εκζητησει αυτο, και εκ της χειρος του ανθρωπου· εκ της χειρος παντος αδελφου αυτου θελω εκζητησει την ζωην του ανθρωπου·
25 Παγις ειναι εις τον ανθρωπον, προπετως να λαλη· περι ιερων και μετα τας ευχας να σκεπτηται.
13 Και η γη θελει ερημωθη εξ αιτιας των κατοικουντων αυτην, δια τον καρπον των πραξεων αυτων.
1 Εαν δε τις αμαρτηση και ακουση φωνην ορκισμου και ηναι μαρτυς, ειτε ειδεν ειτε εξευρει εαν δεν φανερωση αυτο, τοτε θελει βαστασει την ανομιαν αυτου.
36 Σας λεγω δε οτι δια παντα λογον αργον, τον οποιον ηθελον λαλησει οι ανθρωποι, θελουσιν αποδωσει λογον δι' αυτον εν ημερα κρισεως.
13 Δια τι παρωξυνεν ο ασεβης τον Θεον; ειπεν εν τη καρδια αυτου, Δεν θελεις εξετασει.
14 Ειδες· διοτι συ παρατηρεις την αδικιαν και την υβριν, δια να ανταποδωσης με την χειρα σου· εις σε αφιερονεται ο πτωχος· εις τον ορφανον συ εισαι ο βοηθος.
17 Δεν θελεις μισησει τον αδελφον σου εν τη καρδια σου· θελεις ελεγξει παρρησια τον πλησιον σου και δεν θελεις υποφερει αμαρτιαν επ' αυτον.
49 Και θελουσιν ανταποδωσει τας ακολασιας υμων εφ' υμας, και θελετε βαστασει τας αμαρτιας των ειδωλων σας· και θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος.
12 Εαν γεινης σοφος, θελεις εισθαι σοφος δια σεαυτον· και εαν γεινης χλευαστης, συ μονος θελεις πασχει.
3 Ο φρονιμος προβλεπει το κακον και κρυπτεται· οι αφρονες ομως προχωρουσι και τιμωρουνται.
12 Διοτι ο λογος του Θεου ειναι ζων και ενεργος και κοπτερωτερος υπερ πασαν διστομον μαχαιραν και διερχεται μεχρι διαιρεσεως ψυχης τε και πνευματος, αρμων τε και μυελων, και διερευνα τους διαλογισμους και τας εννοιας της καρδιας·
13 και δεν ειναι ουδεν κτισμα αφανες ενωπιον αυτου, αλλα παντα ειναι γυμνα και τετραχηλισμενα εις τους οφθαλμους αυτου, προς ον εχομεν να δωσωμεν λογον.
17 Και εαν τις αμαρτηση και πραξη τι εκ των οσα ειναι προστεταγμενον υπο του Κυριου να μη πραττωνται, και δεν εγνωρισεν αυτο, ομως θελει εισθαι ενοχος και θελει βαστασει την ανομιαν αυτου·