19 ο Θεος δεν ειναι ανθρωπος να ψευσθη, ουτε υιος ανθρωπου να μεταμεληθη· αυτος ειπε και δεν θελει εκτελεσει; η ελαλησε και δεν θελει εμμεινει;
1 Το δε Πνευμα ρητως λεγει οτι εν υστεροις καιροις θελουσιν αποστατησει τινες απο της πιστεως, προσεχοντες εις πνευματα πλανης και εις διδασκαλιας δαιμονιων,
2 δια της υποκρισεως ψευδολογων, εχοντων την εαυτων συνειδησιν κεκαυτηριασμενην,
3 εμποδιζοντων τον γαμον, προσταζοντων αποχην βρωματων, τα οποια ο Θεος εκτισε δια να μεταλαμβανωσι μετα ευχαριστιας οι πιστοι και οι γνωρισαντες την αληθειαν.
16 Ταυτα τα εξ μισει ο Κυριος, επτα μαλιστα βδελυττεται η ψυχη αυτου·
17 οφθαλμους υπερηφανους, γλωσσαν ψευδη και χειρας εκχεουσας αιμα αθωον,
18 καρδιαν μηχανευομενην λογισμους κακους, ποδας τρεχοντας ταχεως εις το κακοποιειν,
19 μαρτυρα ψευδη λαλουντα ψευδος και τον εμβαλλοντα εριδας μεταξυ αδελφων.
44 Σεις εισθε εκ πατρος του διαβολου και τας επιθυμιας του πατρος σας θελετε να πραττητε. Εκεινος ητο απ' αρχης ανθρωποκτονος και δεν μενει εν τη αληθεια, διοτι αληθεια δεν υπαρχει εν αυτω· οταν λαλη το ψευδος, εκ των ιδιων λαλει, διοτι ειναι ψευστης και ο πατηρ αυτου του ψευδους.
16 Μη ψευδομαρτυρησης κατα του πλησιον σου μαρτυριαν ψευδη.
7 Δεν θελει κατοικει εν μεσω του οικου μου ο εργαζομενος απατην· ο λαλων ψευδος δεν θελει στερεωθη εμπροσθεν των οφθαλμων μου.
11 Δεν θελετε κλεπτει ουδε θελετε ψευδεσθαι ουδε θελετε απατησει εκαστος τον πλησιον αυτου.
9 μη ψευδεσθε εις αλληλους, αφου απεξεδυθητε τον παλαιον ανθρωπον μετα των πραξεων αυτου
10 και ενεδυθητε τον νεον, τον ανακαινιζομενον εις επιγνωσιν κατα την εικονα του κτισαντος αυτον,
6 Το αποκταν θησαυρους δια ψευδους γλωσσης ειναι ματαιοτης αστατος των ζητουντων θανατον.
1 Θεε της αινεσεως μου, μη σιωπησης·
2 διοτι στομα ασεβους και στομα δολιου ηνοιχθησαν επ' εμε· ελαλησαν κατ' εμου με γλωσσαν ψευδη·
22 Ψευδη χειλη βδελυγμα εις τον Κυριον· οι δε ποιουντες αληθειαν ειναι δεκτοι εις αυτον.
13 Το υπολοιπον του Ισραηλ δεν θελει πραξει ανομιαν ουδε λαλησει ψευδη, ουδε θελει ευρεθη εν τω στοματι αυτων γλωσσα δολια· διοτι αυτοι θελουσι βοσκει και πλαγιαζει, και δεν θελει υπαρχει ο εκφοβων.
5 Ο αληθης μαρτυς δεν θελει ψευδεσθαι· ο δε ψευδης μαρτυς εκχεει ψευδη.
14 Εαν ομως εχητε εν τη καρδια υμων φθονον πικρον και φιλονεικιαν, μη κατακαυχασθε και ψευδεσθε κατα της αληθειας.
7 Χειλη υπεροχης δεν αρμοζουσιν εις τον αφρονα· πολυ ολιγωτερον χειλη ψευδους εις τον αρχοντα.
25 Οθεν απορριψαντες το ψευδος, λαλειτε αληθειαν εκαστος μετα του πλησιον αυτου· διοτι ειμεθα μελη αλληλων.
15 Εξω δε ειναι οι κυνες και οι μαγοι και οι πορνοι και οι φονεις και οι ειδωλολατραι και πας ο αγαπων και πραττων το ψευδος.