1 No ano em que veio a Azot o general enviado por Sargão, rei da Assíria, este assediou Azot e apoderou-se dela.
2 {Naquele tempo o Senhor tinha falado pelo ministério de Isaías, nestes termos: Vai, desata o saco que trazes às costas e tira as sandálias dos teus pés. Isaías dispôs-se a executá-lo, ia nu e descalço.}
3 O Senhor disse: Do mesmo modo que meu servo Isaías vagueia nu e descalço há três anos, para dar uma imagem do que aguarda o Egito e a Etiópia,
4 assim serão levados pelo rei da Assíria os prisioneiros egípcios e os deportados da Etiópia, moços e velhos, nus e descalços, com o dorso descoberto {a nudez do Egito}.
5 Então aqueles que esperavam na Etiópia e punham no Egito a sua confiança serão amedrontados e confundidos.
6 Os habitantes desta costa dirão naquele dia: Eis aqueles em quem esperávamos, entre os quais queríamos encontrar proteção, procurar auxílio e socorro contra o rei da Assíria! Como nos livraremos deles?
1 Εν τω ετει καθ' ο ο Ταρταν ηλθεν εις την Αζωτον, οτε απεστειλεν αυτον ο Σαργων βασιλευς της Ασσυριας και επολεμησε κατα της Αζωτου και εκυριευσεν αυτην,
2 κατα τον αυτον καιρον ελαλησεν ο Κυριος προς Ησαιαν τον υιον του Αμως, λεγων, Υπαγε και λυσον τον σακκον απο της οσφυος σου και εκβαλε τα σανδαλια σου απο των ποδων σου. Και εκαμεν ουτω, περιπατων γυμνος και ανυποδητος.
3 Και ειπε Κυριος, Καθως ο δουλος μου Ησαιας περιεπατει γυμνος και ανυποδητος τρια ετη, δια σημειον και τεραστιον κατα της Αιγυπτου και κατα της Αιθιοπιας,
4 ουτως ο βασιλευς της Ασσυριας θελει απαγαγει τους Αιγυπτιους δεσμιους και τους Αιθιοπας αιχμαλωτους, νεους και γεροντας, γυμνους και ανυποδητους, με γυμνα μαλιστα τα οπισθια αυτων, προς καταισχυνην της Αιγυπτου.
5 Και θελουσι τρομαξει και εντραπη δια την Αιθιοπιαν, το θαρρος αυτων· και δια την Αιγυπτον, το καυχημα αυτων.
6 Και οι κατοικοι του τοπου τουτου θελουσι λεγει εν εκεινη τη ημερα, Ιδου, τοιουτον ειναι το καταφυγιον ημων, εις το οποιον καταφευγομεν προς βοηθειαν, δια να ελευθερωθωμεν απο του βασιλεως της Ασσυριας· και πως ημεις θελομεν σωθη;