1 Moisés disse aos chefes das tribos israelitas: "Eis o que o Senhor ordenou:
2 se um homem fizer um voto ao Senhor ou se se comprometer com juramento a uma obrigação qualquer, não faltará à sua palavra, mas cumprirá toda obrigação que tiver tomado.
3 Se uma donzela, que se encontre ainda na casa de seu pai, fizer um voto ao Senhor, ou se se impuser uma obrigação,
4 e seu pai, tendo conhecimento do voto que ela fez ou da obrigação que tomou, nada disse, todos os seus votos e suas obrigações serão válidos.
5 Porém, se seu pai se opuser no dia em que ele tiver conhecimento disso, todos os seus votos e obrigações serão inválidos, e o Senhor o perdoará, porque seu pai se opôs.
6 Se na ocasião de seu casamento ela estiver ligada por algum voto ou algum compromisso inconsiderado,
7 e seu marido, sabendo-o, não diz nada naquele dia, seus votos serão válidos, assim como os compromissos tomados.
8 Mas se o marido, no dia em que disso tiver conhecimento, desaprová-lo, serão nulos o seu voto e o compromisso tomados inconsideradamente, e o Senhor o perdoará.
9 O voto de uma viúva ou de uma mulher repudiada, toda obrigação que ela se impuser a si mesma, será válida para ela.
10 A mulher que está em casa de seu marido, se se obrigar com voto, ou se se impuser uma obrigação, ou juramento,
11 desde que o marido, ao sabê-lo, nada diga, nem se oponha, todos os seus votos serão válidos, bem como todo compromisso que ela tiver tomado.
12 Porém, se seu marido se opuser, ao ser informado de seus votos, todos eles serão nulos e, igualmente, todos os compromissos que tiver tomado; serão sem valor, porque anulados por seu marido, e o Senhor o perdoará.
13 Seu marido pode ratificar ou anular todo voto ou todo juramento que ela tiver feito para se mortificar.
14 Se seu marido guardar silêncio até o dia seguinte, com isso ratifica todos os seus votos e todos os seus compromissos; e os ratifica porque nada disse no dia em que deles teve conhecimento.
15 Se os anular depois do dia em que o soube, levará a responsabilidade da falta de sua mulher."
16 Tais são as leis que o Senhor prescreveu a Moisés com relação a marido e mulher, pai e filha, quando esta é ainda jovem e vive na casa de seu pai.
1 Και ελαλησεν ο Μωυσης προς τους αρχοντας των φυλων των υιων Ισραηλ, λεγων, Ουτος ειναι ο λογος τον οποιον προσεταξεν ο Κυριος·
2 Οταν ανθρωπος τις καμη ευχην προς τον Κυριον η ομοση ορκον, ωστε να δεση την ψυχην αυτου με δεσμον, δεν θελει παραβη τον λογον αυτου θελει καμει κατα παντα οσα εξηλθον εκ του στοματος αυτου.
3 Εαν δε γυνη τις καμη ευχην προς τον Κυριον και δεση εαυτην με δεσμον εν τη οικια του πατρος αυτης εις την νεοτητα αυτης,
4 και ακουση ο πατηρ αυτης την ευχην αυτης και τον δεσμον αυτης δια του οποιου εδεσε την ψυχην αυτης και σιωπηση προς αυτην ο πατηρ αυτης, τοτε πασαι αι ευχαι αυτης θελουσι μενει και πας δεσμος, δια του οποιου εδεσε την ψυχην αυτης, θελει μενει.
5 Εαν δε ο πατηρ αυτης δεν συγκατανευση εις αυτην, καθ' ην ημεραν ακουση, πασαι αι ευχαι αυτης η οι δεσμοι αυτης, δια των οποιων εδεσε την ψυχην αυτης, δεν θελουσι μενει και ο Κυριος θελει συγχωρησει αυτην, διοτι ο πατηρ αυτης δεν συγκατενευσεν εις αυτην.
6 Εαν ομως εχουσα ανδρα ηυχηθη η επροφερε τι δια των χειλεων αυτης, δια του οποιου εδεσε την ψυχην αυτης,
7 και ηκουσεν ο ανηρ αυτης και εσιωπησε προς αυτην, καθ' ην ημεραν ηκουσε, τοτε αι ευχαι αυτης θελουσι μενει και οι δεσμοι αυτης, δια των οποιων εδεσε την ψυχην αυτης, θελουσι μενει.
8 Εαν ομως ο ανηρ αυτης δεν συγκατενευσεν εις αυτην, καθ' ην ημεραν ηκουσε, τοτε θελει ακυρωσει την ευχην αυτης, την οποιαν ηυχηθη, και ο, τι επροφερε δια των χειλεων αυτης, δια του οποιου εδεσε την ψυχην αυτης· και ο Κυριος θελει συγχωρησει αυτην.
9 Πασα ομως ευχη χηρας η γυναικος αποβεβλημενης, δια της οποιας εδεσε την ψυχην αυτης, θελει μενει επ' αυτην.
10 Και εαν ηυχηθη εν τη οικια του ανδρος αυτης η εδεσε την ψυχην αυτης με δεσμον ορκου,
11 και ηκουσεν ο ανηρ αυτης και εσιωπησε προς αυτην και δεν ηναντιωθη εις αυτην, τοτε πασαι αι ευχαι αυτης θελουσι μενει και παντες οι δεσμοι, δια των οποιων εδεσε την ψυχην αυτης, θελουσι μενει.
12 Εαν ομως ο ανηρ αυτης ηκυρωσεν αυτα ρητως, καθ' ην ημεραν ηκουσε, παν ο, τι εξηλθεν εκ των χειλεων αυτης περι των ευχων αυτης και περι του δεσμου της ψυχης αυτης δεν θελει μενει· ο ανηρ αυτης ηκυρωσεν αυτα και ο Κυριος θελει συγχωρησει αυτην.
13 Πασαν ευχην και παντα ορκον υποχρεονοντα εις κακουχιαν ψυχης ο ανηρ αυτης δυναται να επικυρωση η ο ανηρ αυτης δυναται να ακυρωση·
14 εαν ομως ο ανηρ αυτης σιωπηση διολου προς αυτην απο ημερας εις ημεραν, τοτε επικυρονει πασας τας ευχας αυτης η παντας τους δεσμους αυτης, οιτινες ειναι επ' αυτην· αυτος επεκυρωσεν αυτα, διοτι εσιωπησε προς αυτην, καθ' ην ημεραν ηκουσεν.
15 Εαν ομως ηκυρωσεν αυτα ρητως αφου ηκουσε, τοτε θελει βαστασει την αμαρτιαν αυτης.
16 Ταυτα ειναι τα διαταγματα, τα οποια προσεταξε Κυριος εις τον Μωυσην, μεταξυ ανδρος και γυναικος αυτου και μεταξυ πατρος και θυγατρος αυτου εν τη νεοτητι αυτης εν τη οικια του πατρος αυτης.