1 Curvai-vos, curvai-vos, gente sem pudor,
2 antes que nasça a sentença e o dia passe como a palha; antes que caia sobre vós o ardor da ira do Senhor; antes que caia sobre vós o dia da indignação do Senhor!
3 Buscai o Senhor, vós todos, humildes da terra, que observais a sua lei; buscai a justiça e a humildade: talvez assim estareis ao abrigo no dia da cólera do Senhor.
4 Com efeito, Gaza tornar-se-á um deserto, e Ascalon uma solidão. Os habitantes de Azot serão expulsos em pleno meio-dia, e os de Acaron serão exterminados.
5 Ai dos habitantes da costa do mar! Ai do povo dos cretenses! A palavra do Senhor foi pronunciada contra vós, Canaã, terra dos filisteus: Destruir-te-ei de tal forma que ninguém te habitará mais.
6 A região do mar servirá de pasto para os pastores e de aprisco para os rebanhos.
7 Esta casa pertencerá ao resto da casa de Judá; eles apascentarão ali os seus rebanhos. À noite, descansarão nas casas de Ascalon, porque o Senhor, seu Deus, os visitará e os restabelecerá.
8 Ouvi os insultos de Moab e os ultrajes dos amonitas, que saciaram o meu povo de injúrias, e tomaram uma atitude insolente contra a sua terra.
9 Por isso, juro por minha vida - oráculo do Senhor dos exércitos, o Deus de Israel -, Moab será como Sodoma, e os amonitas como Gomorra: um campo de urtigas, uma região de sal, um deserto eterno. Os sobreviventes do meu povo os saquearão, os que restarem da minha gente serão seus herdeiros.
10 Tal será o preço do seu orgulho, por terem alardeado grandeza e insolência com o povo do Senhor dos exércitos.
11 O Senhor lhes será um objeto de terror, porque aniquilará todos os deuses da terra, e virão prostrar-se diante dele - cada um na sua terra - todos os habitantes das ilhas das nações.
12 Também vós, ó etíopes, sereis traspassados com minha espada!
13 Estenderá também a sua mão contra o norte, destruirá Assur, e reduzirá Nínive a um deserto árido como a estepe.
14 Rebanhos virão descansar ali, e animais dos vales; nos seus capitéis virão alojar-se o pelicano e o ouriço. Ouvir-se-á um murmúrio nas janelas, haverá desolação nos seus limiares, porque foi posto a descoberto o madeiramento de cedro.
15 Ei-la, a cidade alegre e cheia de confiança em si mesma, que dizia em seu coração: Eu, e só eu! Como se tornou ela um deserto, um covil de feras? Todo o que passar por ela assobiará e agitará a mão.
1 Συναχθητε και συναθροισθητε, το εθνος το μη επιθυμητον,
2 πριν το ψηφισμα γεννηση το αποτελεσμα αυτου και η ημερα παρελθη ως χνους, πριν επελθη εφ' υμας η εξαψις του Κυριου, πριν επελθη εφ' υμας η ημερα του θυμου του Κυριου.
3 Ζητειτε τον Κυριον, παντες οι πραεις της γης, οι εκτελεσαντες τας κρισεις αυτου· ζητειτε δικαιοσυνην, ζητειτε πραοτητα, ισως σκεπασθητε εν τη ημερα της οργης του Κυριου.
4 Διοτι η Γαζα θελει εγκαταλειφθη και η Ασκαλων θελει ερημωθη· θελουσιν εκδιωξει την Αζωτον εν καιρω μεσημβριας και η Ακκαρων θελει εκριζωθη.
5 Ουαι εις τους κατοικους των παραλιων της θαλασσης, εις το εθνος των Χερεθαιων· ο λογος του Κυριου ειναι εναντιον σας, Χανααν, γη των Φιλισταιων, και θελω σε αφανισει, ωστε να μη υπαρχη ο κατοικων.
6 Και το παραλιον της θαλασσης θελει εισθαι κατοικιαι και σπηλαια ποιμενων και μανδραι ποιμνιων.
7 Και το παραλιον τουτο θελει εισθαι δια το υπολοιπον του οικου Ιουδα· εκει θελουσι βοσκει· εν τοις οικοις της Ασκαλωνος θελουσι καταλυει το εσπερας· διοτι Κυριος ο Θεος αυτων θελει επισκεφθη αυτους και αποστρεψει την αιχμαλωσιαν αυτων.
8 Ηκουσα τους ονειδισμους του Μωαβ και τας υβρεις των υιων Αμμων, δια των οποιων ωνειδιζον τον λαον μου και εμεγαλυνοντο κατα των οριων αυτου.
9 Δια τουτο, Ζω εγω, λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ, εξαπαντος ο Μωαβ θελει εισθαι ως τα Σοδομα και οι υιοι Αμμων ως τα Γομορρα, τοπος κνιδων και αλυκαι και παντοτεινη ερημωσις· το υπολοιπον του λαου μου θελει λαφυραγωγησει αυτους και το υπολοιπον του εθνους μου θαλει κατακληρονομησει αυτους.
10 Τουτο θελει γεινει εις αυτους δια την υπερηφανιαν αυτων, διοτι ωνειδισαν και εμεγαλυνθησαν κατα του λαου του Κυριου των δυναμεων.
11 Ο Κυριος θελει εισθαι τρομερος εναντιον αυτων, διοτι θελει εξολοθρευσει παντας τους θεους της γης· και θελουσι προσκυνησει αυτον, εκαστος εκ του τοπου αυτου, πασαι αι νησοι των εθνων.
12 Και σεις, Αιθιοπες, θελετε διαπερασθη δια της ρομφαιας μου.
13 Και θελει εκτεινει την χειρα αυτου κατα του βορρα και αφανισει την Ασσυριαν, και θελει καταστησει την Νινευη εις αφανισμον, τοπον ανυδρον ως η ερημος.
14 Και ποιμνια θελουσι βοσκεσθαι εν μεσω αυτης, παντα τα ζωα των εθνων· και ο πελεκαν και ο ακανθοχοιρος θελουσι κατοικει εν τοις ανωφλιοις αυτης· η φωνη αυτων θελει ηχησει εις τα παραθυρα· ερημωσις θελει εισθαι εν ταις πυλαις, διοτι θελει γυμνωθη απο των κεδρινων εργων.
15 Αυτη ειναι η ευφραινομενη πολις, η κατοικουσα αμεριμνως, η λεγουσα εν τη καρδια αυτης, Εγω ειμαι και δεν ειναι αλλη εκτος εμου. Πως κατεσταθη ερημος, καταλυμα θηριων· πας ο διαβαινων δι' αυτης θελει συριξει και κινησει την χειρα αυτου.